Μαφιόζικη επιχείρηση ομογενών: Ντύθηκαν αστυνομικοί και λήστεψαν φορτηγό με γούνες
Μέλη διεθνούς σπείρας ομογενών από το Καζακστάν και τη Ρωσία, με στολές-μαϊμού αστυνομικώνδιέπραξαν τη μεγάλη ληστεία της γούνας αξίας 8 εκατ. ευρώ. Κάθε μέλος καταδικάστηκε σε κάθειρξη 13 ετών και 3 μηνών, όμως μετά τις ευνοϊκές διατάξεις του νέου Ποινικού Κώδικα ζήτησαν αναίρεση της απόφασης, ωστόσο οι αρεοπαγίτες απλώς ελαχιστοποίησαν τις ποινές τους. Την άνοιξη οι έμποροι γουναρικών της Καστοριάς στέλνουν σε καταστήματα της Κρήτης γούνες προκειμένου το καλοκαίρι να πουληθούν σε τουρίστες, κυρίως Ρώσους. Οσα κομμάτια δεν πουληθούν επιστρέφονται το φθινόπωρο στην Καστοριά.
Ο «εγκέφαλος» 9μελούς σπείρας (7 άνδρες και 2 γυναίκες) εργαζόταν στην Κρήτη ως «καμάκι» και προσέγγιζε πλούσιους Ρώσους τουρίστες για να αγοράσουν γούνες. Στη συνέχεια, τους πήγαινε στα καταστήματα που τον είχαν προσλάβει γι’ αυτό τον σκοπό. Κατά συνέπεια γνώριζε και τον χρόνο που οι γούνες επιστρέφουν στην Καστοριά. Ετσι, τον Οκτώβριο του 2014 ο ίδιος βοήθησε στη φόρτωση του πολύτιμου εμπορεύματος στο λευκό φορτηγό το οποίο μέσω του Ηρακλείου θα πήγαινε στον Πειραιά και από εκεί οδικώς στην Καστοριά. Φορτώθηκαν 121 κούτες-δέματα με γούνες και 1.790 γούνες σε κρεμάστρες, συνολικής αξίας περίπου 4 εκατ. ευρώ.
Η ληστεία
Στις 24/10/2014 το πλοίο με το φορτηγό κατέπλευσε (06.30) στο λιμάνι του Πειραιά και μέσω της εθνικής οδού Αθηνών – Λαμίας κατευθύνθηκε προς Καστοριά. Ωστόσο, στις 07.20 και ενώ το φορτηγό ήταν έξω από τα Οινόφυτα, «ο οδηγός του παρατήρησε ότι σε χώρο στάθμευσης της εθνικής οδού βρισκόταν σταματημένο ένα σκούρου χρώματος όχημα, τύπου SUV, με αναμμένο φάρο χρώματος μπλε, που προσομοίαζε με αστυνομικό όχημα». Μόλις το φορτηγό πέρασε μπροστά από το αστυνομικό αυτοκίνητο-μαϊμού, εκείνο ανέπτυξε ταχύτητα με τον φάρο αναμμένο και σε λειτουργία το ηχητικό σήμα που χρησιμοποιούν τα περιπολικά της ΕΛ.ΑΣ. Αφού προσπέρασε το φορτηγό, ο συνοδηγός «αστυνομικός» έκανε σήμα στον οδηγό του φορτηγού να σταματήσει δεξιά, ενώ ταυτόχρονα του έκλεινε σταδιακά τον δρόμο προκειμένου να αναγκαστεί να σταματήσει. Πράγματι, στο 72ο χιλιόμετρο της εθνικής οδού ακινητοποιήθηκε το φορτηγό, καθώς μπροστά του σταμάτησε το περιπολικό-μαϊμού, και αποβιβάστηκαν δύο δήθεν αστυνομικοί, που «έφεραν ενδύματα με τα διακριτικά της ΕΛ.ΑΣ. (παντελόνια σκούρου χρώματος, γάντια και μπλε μπουφάν με τα σήματα της Αστυνομίας) και πήγαν στο φορτηγό όπου ενημέρωσαν τον οδηγό του ψευδώς ότι δήθεν είναι αστυνομικοί, ότι επρόκειτο να διενεργήσουν έλεγχο και τον κάλεσαν να κατέλθει».
Στη συνέχεια, διενήργησαν σωματική έρευνα στον οδηγό, του έβαλαν χειροπέδες και τον εξανάγκασαν να καθίσει στο πίσω κάθισμα του διαμορφωμένου ως όχημα της ΕΛ.ΑΣ. αυτοκινήτου, ενώ του έβαλαν στο κεφάλι αδιαφανή κουκούλα. Μέσα στο αυτοκίνητο βρισκόταν και άλλο ένα μέλος της σπείρας, που φορούσε φούτερ πράσινου χρώματος με κουκούλα.
Κάποιο άλλο μέλος της σπείρας πήρε το φορτηγό και έφυγε, ενώ το δήθεν περιπολικό πήγε σε κοντινή ερημική περιοχή όπου παρέμεινε για περίπου δύο ώρες. Το διάστημα αυτό υπήρχαν συνεχείς τηλεφωνικές συνομιλίες (στα ρωσικά) με τους συνεργούς τους οι οποίοι ήταν στο φορτηγό. Αφού λοιπόν σιγουρεύτηκαν για «την επιτυχή ολοκλήρωση της ληστείας» εγκατέλειψαν μεν τον οδηγό του φορτηγού σε δασώδη περιοχή της Ριτσώνας, αλλά τον άφησαν με τις χειροπέδες. Πάντως, του έδωσαν 11 ευρώ για να επιστρέφει στην Αθήνα και τον απείλησαν να μην ειδοποιήσει την Αστυνομία γιατί θα τον καθάριζαν. Ο οδηγός με τις χειροπέδες πήγε στις εγκαταστάσεις μιας εταιρείας που ήταν κοντά στο τόπο όπου τον άφησαν και ειδοποίησε την Αστυνομία.
Το φορτηγό είχε σύστημα εντοπισμού γεωγραφικής θέσης (GPS) και όταν βρέθηκε είχε αφαιρεθεί πάνω από το 1/4 του εμπορεύματος, δηλαδή 1.100 γούνες αξίας περίπου 1,87 εκατ. ευρώ. Μετέπειτα στην Κατερίνη και τη Χαλκιδική βρέθηκε ένα τμήμα από τις κλεμμένες γούνες που δεν είχε προλάβει να «φυγαδευτεί» στη μαύρη αγορά της Ρωσίας.
Σύλληψη και καταδίκη
Εγινε άρση του απορρήτου των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων και διαπιστώθηκε ότι η σπείρα διέθετε 89 κινητά τηλέφωνα σε ονόματα τρίτων (αλλοδαπών). Ολα τα μέλη της εντοπίστηκαν και αποδείχτηκε ότι είχαν διαπράξει και άλλες ληστείες, όπως αυτή σε επιχείρηση με παιδικά παιχνίδια στον Αυλώνα Αττικής κ.λπ. Μάλιστα, κατά τις διωκτικές αρχές, χρησιμοποιούσαν εξοπλισμό υψηλής τεχνολογίας που απενεργοποιούσε τους συναγερμούς και στη συνέχεια παραβίαζαν την πόρτα και αφαιρούσαν τα εμπορεύματα. Από το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθηνών καταδικάστηκε κάθε μέλος της εγκληματικής οργάνωσης σε κάθειρξη 13 ετών και 3 μηνών για σωρεία αδικημάτων (ληστείες, αποδοχή και διάθεση προϊόντων εγκλήματος, πλαστογραφίες, κατοχή όπλων κ.λπ.).
Στη συνέχεια, τέσσερα μέλη προσέφυγαν στον Αρειο Πάγο ζητώντας να αναιρεθεί η καταδικαστική απόφαση. Οι αρεοπαγίτες, λόγω των επιεικέστερων διατάξεων του νέου Ποινικού Κώδικα, αποφάνθηκαν ότι πρέπει να διαγραφούν από τις αποδιδόμενες κατηγορίες οι επιβαρυντικές περιστάσεις (μικρή μείωση των ποινών), ενώ κατά τα λοιπά απέρριψαν την αναίρεση.